
Μέτρηση Οστικής Πυκνότητας
Η μέτρηση οστικής πυκνότητας (Μ.Ο.Π.) αποτελεί μία σημαντική εξέταση για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης, μία νόσο που επηρεάζει την ευθραυστότητα των οστών, με συχνό αποτέλεσμα τα συμπιεστικά κατάγματα των σπονδύλων ή τα κατάγματα λόγω πτώσης. Η οστεοπόρωση έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί περισσότερους θανάτους από τα καρδιακά εμφράγματα, γεγονός που καθιστά επιτακτική την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της.
Παρόλο που η Μ.Ο.Π. είναι μία δημοφιλής εξέταση, δεν είναι αρκετή για να αποφασίσει μόνη της για την έναρξη θεραπείας. Η επιλογή της κατάλληλου μηχανήματος μέτρησης οστικής πυκνότητας είναι υψίστης σημασίας, με την DEXA (dual energy X-ray absorptiometry) να θεωρείται η πιο αξιόπιστη μέθοδος. Επιπλέον, η μέτρηση πρέπει να πραγματοποιείται σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος, όπως η οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και το ισχίο (δεξί και αριστερό).
Η συναξιολόγηση ποικίλων παραμέτρων, όπως η μέτρηση της οστικής πυκνότητας, η Trabecular bone score (TBS) και ειδικοί βιοχημικοί έλεγχοι αίματος και ούρων, καθώς και τα ατομικά και οικογενειακά ιστορικά του ασθενούς, αποτελεί απαραίτητη διαδικασία για την κατάλληλη θεραπεία της οστεοπόρωσης. Επομένως, η συνολική αξιολόγηση αυτών των στοιχείων, συνδυασμένη με την εμπειρία του ιατρού, θα οδηγήσει στην κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση για κάθε ασθενή.
Τα κατάγματα σε άτομα της τρίτης ηλικίας αποτελούν συχνό φαινόμενο με σοβαρές συνέπειες για την υγεία και την ποιότητα ζωής τους.
Η οστεοπόρωση αποτελεί μία από τις συχνότερες παθήσεις του σκελετού. Αφορά μία στις τρεις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και έναν στους πέντε άνδρες άνω των 50 ετών.
Το υπερηχογράφημα δίνει τη δυνατότητα άμεσης απεικόνισης των δομών των μαλακών και οστικών στοιχείων του μυοσκελετικού συστήματος, χωρίς να εκτίθεται ο ασθενής σε ακτινοβολία.